1.
Η πτώση της κυβέρνησης Σαμαρά και η προκήρυξη εκλογών σηματοδοτούν μια
κρίσιμη καμπή στις πολιτικές εξελίξεις. Παρ’ όλη την επιθυμία ντόπιων
και κέντρων να παραταθεί η ζωή των μνημονιακών κυβερνήσεων, φάνηκε ότι
αυτό δεν μπορούσε να γίνει. Η μεγάλη απονομιμοποίηση της πολιτικής της
κυβέρνησης και το γεγονός ότι ήταν αντιμέτωπη με το ενδεχόμενο να
επιβάλει ακόμη πιο επιθετικά μέτρα, στο πλαίσιο της παράτασης των
μνημονίων, όπως φάνηκε και από τις παρεμβάσεις των Τροϊκανών όλο το
προηγούμενο διάστημα, διαμόρφωναν ένα ασφυκτικό πλαίσιο που δεν επέτρεπε
βρεθεί εκείνος ο συσχετισμός που θα παρέτεινε τη ζωή της κυβέρνησης,
ιδίως από τη στιγμή που θα επικρεμόταν και το ερώτημα του χρηματισμού.
Αυτό που αντανακλούν οι εξελίξεις στην πολιτική σκηνή, έστω και
τεθλασμένα, είναι οι δυναμικές της πάλης των τάξεων, στη συγκεκριμένη
περίπτωση τα βαθιά πολιτικά ρήγματα που τέμνουν την ελληνική κοινωνία ως
αποτέλεσμα μιας μεγάλης κοινωνικής και πολιτικής κρίσης.
2. Η πτώση της κυβέρνησης και η προκήρυξη εκλογών είναι αναμφίβολα θετική εξέλιξη και ανοίγει δρόμους νέας παρέμβασης του λαϊκού κινήματος. Όμως, είναι σαφές ότι η πραγματική δικαίωση των αγώνων του προηγούμενου διαστήματος και όλων των συσσωρευμένων προσδοκιών, απαιτούν όχι την «αναδιαπραγμάτευση της λιτότητας» που λίγο πολύ υπόσχεται ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά ένα μεταβατικό πρόγραμμα ρήξεων με χρέος, ευρώ και ΕΕ ως αναγκαία αφετηρία και για την επιβίωση των λαϊκών στρωμάτων και για το άνοιγμα πραγματικά ενός άλλου δρόμου και μια σύγχρονη σοσιαλιστική προοπτική. Ανοίγεται έτσι μπροστά μας μια περίοδος έντονος εξελίξεων, μεγάλων συγκρούσεων, οξυμένων αντιθέσεων και πραγματικών δυνατοτήτων για την Αριστερά του μεταβατικού προγράμματος και του άλλου δρόμου, ακόμη και εάν οι αμιγώς εκλογικοί συσχετισμοί φαντάζουν πιεστικοί και δύσκολοι. Το δικό μας το βλέμμα είναι στραμμένο όχι μόνο στις εκλογές αλλά και στην επόμενη μέρα, την ημέρα της τυχόν αναμέτρησης του ΣΥΡΙΖΑ με την εξουσία, των πιέσεων από τους δανειστές και την ΕΕ, της πρόσκρουσης της δεξιάς γραμμής της διαπραγμάτευσης εντός ΕΕ με τις απαιτήσεις των λαϊκών μαζών.
Σε όλο αυτό το τοπίο, ξεκινώντας από τις εκλογές, υπάρχει πραγματικός πολιτικός χώρος για την Αριστερά εκείνη που θα προβάλει το αναγκαίο πρόγραμμα απέναντι τους συμβιβασμούς και τις δεξιές στροφές του ΣΥΡΙΖΑ, όχι αφηρημένα και ιδεολογικά αλλά ως την πραγματική εναλλακτική λύση απέναντι σε αδιέξοδα που δεν θα αργήσουν να φανούν. Όπως, επίσης, θα υπάρχει χώρος για την Αριστερά εκείνη που θα ενισχύει και δεν θα περικόπτει τις λαϊκές προσδοκίες, θα οργανώνει το λαό σε συλλογικούς αγώνες και διεκδικήσεις, θα στηρίζεται στην ανασυγκρότηση κινηματικών πρακτικών σε όλα τα επίπεδα, ξεκινώντας από τη μεγάλη μάχη να πετύχουμε τυχόν αλλαγή κυβέρνησης να σημάνει κύμα ανάκτησης κατακτήσεων.
3. Είναι σημαντικές οι εξελίξεις σε σχέση με την πολιτική συνεργασία των δυνάμεων της άλλης Αριστεράς. Είναι σημαντική και ελπιδοφόρα η πολιτική συνεργασία ανάμεσα στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ και την Πρωτοβουλία για την Αριστερή Μετωπική Συμπόρευση. Προφανώς και εάν τέτοια αναγκαία βήματα είχαν γίνει νωρίτερα θα ήμασταν σήμερα σε καλύτερη κατάσταση και ο συσχετισμός θα ήταν διαφορετικός.
Ούτε και ξεχνάμε τις πολιτικές ευθύνες όσων, κύρια μέσα στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ, τον περασμένο χειμώνα πήραν την ευθύνη να μην προχωρήσει η κοινή παρέμβαση στις ευρωεκλογές. Όμως, ακόμη και τώρα μια τέτοια συνεργασία μπορεί να ανοίξει το δρόμο για μια ευρύτερη μετωπική συμπόρευση και για την διαμόρφωση όρων για το αναγκαίο αριστερό ριζοσπαστικό μέτωπο γύρω από το μεταβατικό πρόγραμμα της ρήξης με χρέος, ευρώ και ΕΕ. Είναι μια συνεργασία που ήδη αναγεννά την ελπίδα σε ένα κρίσιμο κομμάτι αγωνιστών, αρχίζει και συσπειρώνει ξανά αγωνιστές, επιτρέπει να δώσουμε μια δύσκολη μάχη με καλύτερους όρους.
4. Σε αυτό το πλαίσιο πρέπει ωστόσο να σταθούμε σε μια σειρά από σημεία που σήμερα διατυπώνονται μέσα στη συζήτηση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ:
- Είναι απόλυτα ανακριβές ότι υπάρχει παραβίαση των δημοκρατικών διαδικασιών της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ έχει θέση υπέρ της μετωπικής συνεργασίας από τη Β’ Συνδιάσκεψη. Το Πολιτικό Πλαίσιο της συνεργασίας περιλαμβάνεται στην απόφαση του ΠΣΟ στις 29/11 την οποία έχουν ψηφίσει και το ΣΕΚ και η ΟΚΔΕ. Το Σχέδιο Δράσης που περιλάμβανε τους αποδέκτες της πρότασης, στηρίχτηκε και από το ΣΕΚ και μόνο η ΟΚΔΕ δεν το στήριξε. Η επιστολή της ΑΝΤΑΡΣΥΑ προς τις άλλες δυνάμεις συντάχτηκε από την ΚΣΕ με συναίνεση όλων των μελών της. Όλα τα πολιτικά σημεία που περιλάμβανε ως οριοθετήσεις έγιναν δεκτά από την Πρωτοβουλία για την Αριστερή Μετωπική Συμπόρευση.
- Ως προς τη συνδιάσκεψη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ αυτή ορθά αναβλήθηκε γιατί δεν μπορούσε να γίνει αντικειμενικά και πρακτικά, ιδίως σε ημερομηνίες που ήταν μετά το όριο... κατάθεσης των ψηφοδελτίων. Ούτως ή άλλως στα πολιτικά μέτωπα με μεγάλη βαρύτητα των οργανώσεων, όπως είναι η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, τότε τα αντιπροσωπευτικά τους όργανα αντανακλούν πραγματικούς συσχετισμούς. Με αυτή την έννοια η μεθοδολογία που αποφασίστηκε, δηλ. συνεδρίαση ΠΣΟ για τελική απόφαση αφού προηγηθούν συνελεύσεις είναι ορθή και δημοκρατική.
- Ως προς το θέμα της συνεργασίας με τους συντρόφους του ΕΕΚ πάνω στο οποίο γίνεται προσπάθεια να δημιουργηθούν εντυπώσεις δεν μπήκε βέτο ούτε από εμάς ούτε από την Πρωτοβουλία για τη Αριστερή Μετωπική Συμπόρευση. Αντίθετα, και στην ίδια τη συνάντηση ΑΝΤΑΡΣΥΑ-ΕΕΚ, στην οποία ήμασταν και ως ΑΡΑΝ, αυτό που είπαμε ήταν όποιος δέχεται το πολιτικό πλαίσιο είναι καλοδεχούμενος και κάναμε ανοιχτή έκκληση στο ΕΕΚ να μπει στην πολιτική συνεργασία. Αυτή ήταν και η θέση της Πρωτοβουλίας για την Αριστερή Μετωπική Συμπόρευση.
Το ΕΕΚ, όμως, έβαζε τρείς πολιτικούς όρους: ρητή αναφορά στην εργατική εξουσία ως μόνη λύση, διεθνιστική γραμμή για ενωμένες σοσιαλιστικές πολιτείες της Ευρώπης και να μην συμμετέχουν οι δυνάμεις του Σχεδίου Β΄ γιατί είναι εκδοχές «αριστερού εθνικισμού». Στο βαθμό που τέτοιοι όροι δεν μπορούσαν να γίνουν δεκτοί, επέλεξε να μην συμμετέχει. Συνολικά, δεν τέθηκαν ζητήματα «βέτο» για οποιοδήποτε ρεύμα, υπό την προϋπόθεση να αποδέχεται το αναγκαίο προγραμματικό πλαίσιο, να έχει μια αναφορά στην Αριστερά, να έχει ενεργή συμβολή στο κίνημα.
- Σε σχέση με το ερώτημα περί του «αντικαπιταλισμού»: Είναι προφανές ότι οποιοσδήποτε σώφρων άνθρωπος διαβάσει το κείμενο συμφωνίας θα διαπιστώσει ότι είναι ένα κείμενο δυνάμεων που είναι κατά του καπιταλισμού, υπέρ της ανατροπής του, υπέρ της επαναστατικής αλλαγής, υπέρ του σοσιαλισμού. Από την άλλη, όντως, δεν είναι συνεργασία της «αντικαπιταλιστικής Αριστεράς», γιατί αυτό θα παρέπεμπε σε έναν συγκεκριμένο πολιτικό χώρο της επαναστατικής Αριστεράς και όχι σε συνάντηση ευρύτερων δυνάμεων. Λογικό να διαφωνούν όσες δυνάμεις ήθελαν απλώς τη συσπείρωση ενός περιορισμένου και ιστορικά προσδιορισμένου πολιτικού χώρου. Όμως, η αναγκαιότητα της εποχής (όσο και η απόφαση της Β’ Συνδιάσκεψης της ΑΝΤΑΡΣΥΑ) είναι όντως η συνάντηση με ευρύτερες πολιτικές και κινηματικές δυνάμεις στη βάση όχι των «ιστορικών» αναφορών αλλά των συγκεκριμένων προγραμματικών θέσεων.
- Η υπερπροβολή των μεμονωμένων φωνών μέσα στο Σχέδιο Β’ που τοποθετήθηκαν – ως προσωπικές απόψεις – υπέρ ενός ευρύτερου αριστερού – πατριωτικού μετώπου που να περιλαμβάνει και το ΕΠΑΜ ή τη «Δραχμή» (Κατσανέβας) δεν αναιρεί ούτε τη διακηρυγμένη θέση του Σχεδίου Β’ ότι αποδέχεται τις πολιτικές θέσεις της Πρωτοβουλίας για την Αριστερή Συμπόρευση και στηρίζει τις κινήσεις που γίνονται, ούτε την πολιτική ουσία ότι σήμερα στον ευρύτερο χώρο των δυνάμεων της πρωτοβουλίας η βασική κατεύθυνση είναι αυτή του μετώπου κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων γύρω από το πρόγραμμα της ρήξης με χρέος, ευρώ, ΕΕ.
- Προφανώς, επίσης, ούτε η ΑΝΤΑΡΣΥΑ διαλύεται ούτε φτιάχνεται καινούριο μέτωπο. Αυτό που γίνεται είναι πολιτική και εκλογική συνεργασία, με μετωπική προοπτική. Το πώς και εάν αυτή η διαδικασία συμπόρευσης θα οδηγήσει ή όχι σε άλλο μέτωπο είναι κάτι που θα κριθεί σε βάθος χρόνου. Εμείς δεν έχουμε κρύψει ποτέ τη θέση μας για το αναγκαίο αριστερό ριζοσπαστικό μέτωπο, αλλά αυτό θα απαιτήσει ευρύτερες διεργασίες διαλεκτικής υπέρβασης και όχι διάλυσης των τωρινών σχημάτων.
- Με αυτή την έννοια απέναντι στην πολεμική που γίνεται κύρια από τους συντρόφους της ΟΚΔΕ και ΣΕΚ περί του «οργανωτικού προβλήματος» που γεννά η συμμετοχή μας στην Πρωτοβουλία για την Αριστερή Μετωπική Συμπόρευση, η απάντησή μας είναι ότι όχι μόνο δεν θεωρούμε πρόβλημα τη συμμετοχή μας σε μια μετωπική πρωτοβουλία (που δεν αποτελεί «πολιτικό μέτωπο» αλλά πρωτοβουλία για να υπάρξει το αναγκαίο μέτωπο) όχι μόνο δεν τη βλέπουμε ως ανταγωνιστική με την ενεργό συμμετοχή μας στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ από την πρώτη στιγμή, αλλά αντίθετα θεωρούμε ότι συμβάλει αυτή μας η δράση στην αναγκαία μετωπική πολιτική και συγκρότηση.
5. Από εκεί και πέρα εμείς θεωρούμε ότι δεν πρέπει να υποβαθμιστεί η όλη διεργασία σε μια εκλογική συνεργασία μιας χρήσης. Ακόμη και εάν ξεκινά σαν κοινό εκλογικό κατέβασμα μπορεί και πρέπει να είναι αφετηρία ευρύτερης μετωπικής συσπείρωσης και πρώτο βήμα για αναβαθμισμένη παρουσία και δράση της Αριστεράς του άλλου δρόμου. Πρέπει να προβληθεί ως τέτοια να δουλευτεί και να εμπνεύσει ένα ευρύτερο δυναμικό. Επιβάλλεται να αποτυπώνεται σε όλα τα κείμενα ότι θα συνεχιστεί και θα βαθύνει. Πρέπει να υπάρχει ανοιχτό κάλεσμα σε αγωνιστές και δυνάμεις να συμμετέχουν. Χρειάζεται να γίνουν τα πρώτα κρίσιμα βήματα συντονισμού δυνάμεων και κεντρικά και τοπικά / κλαδικά.
6. Σε κάθε περίπτωση γίνεται σήμερα ένα σημαντικό και ελπιδοφόρο βήμα στην κατεύθυνση της διαμόρφωσης της Αριστεράς του άλλου δρόμου, της Αριστεράς που μπορεί να αποτελέσει το αναγκαίο εναλλακτικό σχέδιο και απέναντι στην ανοιχτά δεξιά στροφή της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ και στην ηττοπαθή αναδίπλωση του ΚΚΕ. Η εκλογική μάχη μπορεί να βοηθήσει προβληθούν και να ζυμωθούν θέσεις και προγραμματικά σημεία που θα αποκτήσουν ξεχωριστή επικαιρότητα την επόμενη μέρα των εκλογών, να οικοδομηθούν πολιτικοί δεσμοί με ευρύτερα τμήματα των λαϊκών τάξεων, να υπάρξει συσπείρωση αγωνιστών και δυνάμεων.
Πρέπει να δοθεί με τη μέγιστη αποφασιστικότητα απέναντι στα κάθε λογής εκβιαστικά διλήμματα και με την αυτοπεποίθηση ότι δεν εκπροσωπούμε απλώς έναν πολιτικό χώρο αλλά τη συλλογική επεξεργασία εκείνης της στρατηγικής που μπορεί μέσα στη συνθήκη της κρίσης να ανοίξει δρόμους ανατροπής και μετασχηματισμού. Με επίγνωση του δύσβατου εδάφους που θα διαμορφώσουν οι κάθε λογής πιέσεις που θα ασκηθούν στις εκλογές αλλά και με αισιοδοξία και εμπιστοσύνη ότι αυτά που λέμε μπορούν και πρέπει να συναντηθούμε με τις αγωνίες, τις ελπίδες αλλά και τις αναζητήσεις των αγωνιστών.
2. Η πτώση της κυβέρνησης και η προκήρυξη εκλογών είναι αναμφίβολα θετική εξέλιξη και ανοίγει δρόμους νέας παρέμβασης του λαϊκού κινήματος. Όμως, είναι σαφές ότι η πραγματική δικαίωση των αγώνων του προηγούμενου διαστήματος και όλων των συσσωρευμένων προσδοκιών, απαιτούν όχι την «αναδιαπραγμάτευση της λιτότητας» που λίγο πολύ υπόσχεται ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά ένα μεταβατικό πρόγραμμα ρήξεων με χρέος, ευρώ και ΕΕ ως αναγκαία αφετηρία και για την επιβίωση των λαϊκών στρωμάτων και για το άνοιγμα πραγματικά ενός άλλου δρόμου και μια σύγχρονη σοσιαλιστική προοπτική. Ανοίγεται έτσι μπροστά μας μια περίοδος έντονος εξελίξεων, μεγάλων συγκρούσεων, οξυμένων αντιθέσεων και πραγματικών δυνατοτήτων για την Αριστερά του μεταβατικού προγράμματος και του άλλου δρόμου, ακόμη και εάν οι αμιγώς εκλογικοί συσχετισμοί φαντάζουν πιεστικοί και δύσκολοι. Το δικό μας το βλέμμα είναι στραμμένο όχι μόνο στις εκλογές αλλά και στην επόμενη μέρα, την ημέρα της τυχόν αναμέτρησης του ΣΥΡΙΖΑ με την εξουσία, των πιέσεων από τους δανειστές και την ΕΕ, της πρόσκρουσης της δεξιάς γραμμής της διαπραγμάτευσης εντός ΕΕ με τις απαιτήσεις των λαϊκών μαζών.
Σε όλο αυτό το τοπίο, ξεκινώντας από τις εκλογές, υπάρχει πραγματικός πολιτικός χώρος για την Αριστερά εκείνη που θα προβάλει το αναγκαίο πρόγραμμα απέναντι τους συμβιβασμούς και τις δεξιές στροφές του ΣΥΡΙΖΑ, όχι αφηρημένα και ιδεολογικά αλλά ως την πραγματική εναλλακτική λύση απέναντι σε αδιέξοδα που δεν θα αργήσουν να φανούν. Όπως, επίσης, θα υπάρχει χώρος για την Αριστερά εκείνη που θα ενισχύει και δεν θα περικόπτει τις λαϊκές προσδοκίες, θα οργανώνει το λαό σε συλλογικούς αγώνες και διεκδικήσεις, θα στηρίζεται στην ανασυγκρότηση κινηματικών πρακτικών σε όλα τα επίπεδα, ξεκινώντας από τη μεγάλη μάχη να πετύχουμε τυχόν αλλαγή κυβέρνησης να σημάνει κύμα ανάκτησης κατακτήσεων.
3. Είναι σημαντικές οι εξελίξεις σε σχέση με την πολιτική συνεργασία των δυνάμεων της άλλης Αριστεράς. Είναι σημαντική και ελπιδοφόρα η πολιτική συνεργασία ανάμεσα στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ και την Πρωτοβουλία για την Αριστερή Μετωπική Συμπόρευση. Προφανώς και εάν τέτοια αναγκαία βήματα είχαν γίνει νωρίτερα θα ήμασταν σήμερα σε καλύτερη κατάσταση και ο συσχετισμός θα ήταν διαφορετικός.
Ούτε και ξεχνάμε τις πολιτικές ευθύνες όσων, κύρια μέσα στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ, τον περασμένο χειμώνα πήραν την ευθύνη να μην προχωρήσει η κοινή παρέμβαση στις ευρωεκλογές. Όμως, ακόμη και τώρα μια τέτοια συνεργασία μπορεί να ανοίξει το δρόμο για μια ευρύτερη μετωπική συμπόρευση και για την διαμόρφωση όρων για το αναγκαίο αριστερό ριζοσπαστικό μέτωπο γύρω από το μεταβατικό πρόγραμμα της ρήξης με χρέος, ευρώ και ΕΕ. Είναι μια συνεργασία που ήδη αναγεννά την ελπίδα σε ένα κρίσιμο κομμάτι αγωνιστών, αρχίζει και συσπειρώνει ξανά αγωνιστές, επιτρέπει να δώσουμε μια δύσκολη μάχη με καλύτερους όρους.
4. Σε αυτό το πλαίσιο πρέπει ωστόσο να σταθούμε σε μια σειρά από σημεία που σήμερα διατυπώνονται μέσα στη συζήτηση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ:
- Είναι απόλυτα ανακριβές ότι υπάρχει παραβίαση των δημοκρατικών διαδικασιών της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ έχει θέση υπέρ της μετωπικής συνεργασίας από τη Β’ Συνδιάσκεψη. Το Πολιτικό Πλαίσιο της συνεργασίας περιλαμβάνεται στην απόφαση του ΠΣΟ στις 29/11 την οποία έχουν ψηφίσει και το ΣΕΚ και η ΟΚΔΕ. Το Σχέδιο Δράσης που περιλάμβανε τους αποδέκτες της πρότασης, στηρίχτηκε και από το ΣΕΚ και μόνο η ΟΚΔΕ δεν το στήριξε. Η επιστολή της ΑΝΤΑΡΣΥΑ προς τις άλλες δυνάμεις συντάχτηκε από την ΚΣΕ με συναίνεση όλων των μελών της. Όλα τα πολιτικά σημεία που περιλάμβανε ως οριοθετήσεις έγιναν δεκτά από την Πρωτοβουλία για την Αριστερή Μετωπική Συμπόρευση.
- Ως προς τη συνδιάσκεψη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ αυτή ορθά αναβλήθηκε γιατί δεν μπορούσε να γίνει αντικειμενικά και πρακτικά, ιδίως σε ημερομηνίες που ήταν μετά το όριο... κατάθεσης των ψηφοδελτίων. Ούτως ή άλλως στα πολιτικά μέτωπα με μεγάλη βαρύτητα των οργανώσεων, όπως είναι η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, τότε τα αντιπροσωπευτικά τους όργανα αντανακλούν πραγματικούς συσχετισμούς. Με αυτή την έννοια η μεθοδολογία που αποφασίστηκε, δηλ. συνεδρίαση ΠΣΟ για τελική απόφαση αφού προηγηθούν συνελεύσεις είναι ορθή και δημοκρατική.
- Ως προς το θέμα της συνεργασίας με τους συντρόφους του ΕΕΚ πάνω στο οποίο γίνεται προσπάθεια να δημιουργηθούν εντυπώσεις δεν μπήκε βέτο ούτε από εμάς ούτε από την Πρωτοβουλία για τη Αριστερή Μετωπική Συμπόρευση. Αντίθετα, και στην ίδια τη συνάντηση ΑΝΤΑΡΣΥΑ-ΕΕΚ, στην οποία ήμασταν και ως ΑΡΑΝ, αυτό που είπαμε ήταν όποιος δέχεται το πολιτικό πλαίσιο είναι καλοδεχούμενος και κάναμε ανοιχτή έκκληση στο ΕΕΚ να μπει στην πολιτική συνεργασία. Αυτή ήταν και η θέση της Πρωτοβουλίας για την Αριστερή Μετωπική Συμπόρευση.
Το ΕΕΚ, όμως, έβαζε τρείς πολιτικούς όρους: ρητή αναφορά στην εργατική εξουσία ως μόνη λύση, διεθνιστική γραμμή για ενωμένες σοσιαλιστικές πολιτείες της Ευρώπης και να μην συμμετέχουν οι δυνάμεις του Σχεδίου Β΄ γιατί είναι εκδοχές «αριστερού εθνικισμού». Στο βαθμό που τέτοιοι όροι δεν μπορούσαν να γίνουν δεκτοί, επέλεξε να μην συμμετέχει. Συνολικά, δεν τέθηκαν ζητήματα «βέτο» για οποιοδήποτε ρεύμα, υπό την προϋπόθεση να αποδέχεται το αναγκαίο προγραμματικό πλαίσιο, να έχει μια αναφορά στην Αριστερά, να έχει ενεργή συμβολή στο κίνημα.
- Σε σχέση με το ερώτημα περί του «αντικαπιταλισμού»: Είναι προφανές ότι οποιοσδήποτε σώφρων άνθρωπος διαβάσει το κείμενο συμφωνίας θα διαπιστώσει ότι είναι ένα κείμενο δυνάμεων που είναι κατά του καπιταλισμού, υπέρ της ανατροπής του, υπέρ της επαναστατικής αλλαγής, υπέρ του σοσιαλισμού. Από την άλλη, όντως, δεν είναι συνεργασία της «αντικαπιταλιστικής Αριστεράς», γιατί αυτό θα παρέπεμπε σε έναν συγκεκριμένο πολιτικό χώρο της επαναστατικής Αριστεράς και όχι σε συνάντηση ευρύτερων δυνάμεων. Λογικό να διαφωνούν όσες δυνάμεις ήθελαν απλώς τη συσπείρωση ενός περιορισμένου και ιστορικά προσδιορισμένου πολιτικού χώρου. Όμως, η αναγκαιότητα της εποχής (όσο και η απόφαση της Β’ Συνδιάσκεψης της ΑΝΤΑΡΣΥΑ) είναι όντως η συνάντηση με ευρύτερες πολιτικές και κινηματικές δυνάμεις στη βάση όχι των «ιστορικών» αναφορών αλλά των συγκεκριμένων προγραμματικών θέσεων.
- Η υπερπροβολή των μεμονωμένων φωνών μέσα στο Σχέδιο Β’ που τοποθετήθηκαν – ως προσωπικές απόψεις – υπέρ ενός ευρύτερου αριστερού – πατριωτικού μετώπου που να περιλαμβάνει και το ΕΠΑΜ ή τη «Δραχμή» (Κατσανέβας) δεν αναιρεί ούτε τη διακηρυγμένη θέση του Σχεδίου Β’ ότι αποδέχεται τις πολιτικές θέσεις της Πρωτοβουλίας για την Αριστερή Συμπόρευση και στηρίζει τις κινήσεις που γίνονται, ούτε την πολιτική ουσία ότι σήμερα στον ευρύτερο χώρο των δυνάμεων της πρωτοβουλίας η βασική κατεύθυνση είναι αυτή του μετώπου κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων γύρω από το πρόγραμμα της ρήξης με χρέος, ευρώ, ΕΕ.
- Προφανώς, επίσης, ούτε η ΑΝΤΑΡΣΥΑ διαλύεται ούτε φτιάχνεται καινούριο μέτωπο. Αυτό που γίνεται είναι πολιτική και εκλογική συνεργασία, με μετωπική προοπτική. Το πώς και εάν αυτή η διαδικασία συμπόρευσης θα οδηγήσει ή όχι σε άλλο μέτωπο είναι κάτι που θα κριθεί σε βάθος χρόνου. Εμείς δεν έχουμε κρύψει ποτέ τη θέση μας για το αναγκαίο αριστερό ριζοσπαστικό μέτωπο, αλλά αυτό θα απαιτήσει ευρύτερες διεργασίες διαλεκτικής υπέρβασης και όχι διάλυσης των τωρινών σχημάτων.
- Με αυτή την έννοια απέναντι στην πολεμική που γίνεται κύρια από τους συντρόφους της ΟΚΔΕ και ΣΕΚ περί του «οργανωτικού προβλήματος» που γεννά η συμμετοχή μας στην Πρωτοβουλία για την Αριστερή Μετωπική Συμπόρευση, η απάντησή μας είναι ότι όχι μόνο δεν θεωρούμε πρόβλημα τη συμμετοχή μας σε μια μετωπική πρωτοβουλία (που δεν αποτελεί «πολιτικό μέτωπο» αλλά πρωτοβουλία για να υπάρξει το αναγκαίο μέτωπο) όχι μόνο δεν τη βλέπουμε ως ανταγωνιστική με την ενεργό συμμετοχή μας στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ από την πρώτη στιγμή, αλλά αντίθετα θεωρούμε ότι συμβάλει αυτή μας η δράση στην αναγκαία μετωπική πολιτική και συγκρότηση.
5. Από εκεί και πέρα εμείς θεωρούμε ότι δεν πρέπει να υποβαθμιστεί η όλη διεργασία σε μια εκλογική συνεργασία μιας χρήσης. Ακόμη και εάν ξεκινά σαν κοινό εκλογικό κατέβασμα μπορεί και πρέπει να είναι αφετηρία ευρύτερης μετωπικής συσπείρωσης και πρώτο βήμα για αναβαθμισμένη παρουσία και δράση της Αριστεράς του άλλου δρόμου. Πρέπει να προβληθεί ως τέτοια να δουλευτεί και να εμπνεύσει ένα ευρύτερο δυναμικό. Επιβάλλεται να αποτυπώνεται σε όλα τα κείμενα ότι θα συνεχιστεί και θα βαθύνει. Πρέπει να υπάρχει ανοιχτό κάλεσμα σε αγωνιστές και δυνάμεις να συμμετέχουν. Χρειάζεται να γίνουν τα πρώτα κρίσιμα βήματα συντονισμού δυνάμεων και κεντρικά και τοπικά / κλαδικά.
6. Σε κάθε περίπτωση γίνεται σήμερα ένα σημαντικό και ελπιδοφόρο βήμα στην κατεύθυνση της διαμόρφωσης της Αριστεράς του άλλου δρόμου, της Αριστεράς που μπορεί να αποτελέσει το αναγκαίο εναλλακτικό σχέδιο και απέναντι στην ανοιχτά δεξιά στροφή της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ και στην ηττοπαθή αναδίπλωση του ΚΚΕ. Η εκλογική μάχη μπορεί να βοηθήσει προβληθούν και να ζυμωθούν θέσεις και προγραμματικά σημεία που θα αποκτήσουν ξεχωριστή επικαιρότητα την επόμενη μέρα των εκλογών, να οικοδομηθούν πολιτικοί δεσμοί με ευρύτερα τμήματα των λαϊκών τάξεων, να υπάρξει συσπείρωση αγωνιστών και δυνάμεων.
Πρέπει να δοθεί με τη μέγιστη αποφασιστικότητα απέναντι στα κάθε λογής εκβιαστικά διλήμματα και με την αυτοπεποίθηση ότι δεν εκπροσωπούμε απλώς έναν πολιτικό χώρο αλλά τη συλλογική επεξεργασία εκείνης της στρατηγικής που μπορεί μέσα στη συνθήκη της κρίσης να ανοίξει δρόμους ανατροπής και μετασχηματισμού. Με επίγνωση του δύσβατου εδάφους που θα διαμορφώσουν οι κάθε λογής πιέσεις που θα ασκηθούν στις εκλογές αλλά και με αισιοδοξία και εμπιστοσύνη ότι αυτά που λέμε μπορούν και πρέπει να συναντηθούμε με τις αγωνίες, τις ελπίδες αλλά και τις αναζητήσεις των αγωνιστών.
2 Γενάρη 2015
Το πανελλαδικό γραφείο της Αριστερής Ανασύνθεσης